Αναβάθμιση της Ελληνικής οικονομίας από τον Moody’s

αναβάθμιση της Ελληνικής οικονομίας

Στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας προχώρησε ο οίκος Moody’s. Ο διεθνής οίκος πιστοληπτικής ικανότητας αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε Β3 από Caa2 διατηρώντας παράλληλα το θετικό outlook.

Ο οίκος σημειώνει ότι οι λόγοι για την αναβάθμιση της χώρας είναι:

  1. Η Ελλάδα έχει πετύχει αξιόλογη δημοσιονομική και θεσμική βελτίωση υπό το πρόγραμμα προσαρμογής, η οποία εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί τα επόμενα χρόνια. Αυτές οι βελτιώσεις θα στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας και τις τράπεζες.
  2. Η Moody’s εκτιμά πως η Ελλάδα θα ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα προσαρμογής και θα επιστρέψει στην χρηματοδότηση από τις αγορές.
    Η «καθαρή έξοδος» θα στηριχθεί βραχυπρόθεσμα από σημαντικό “μαξιλάρι” ρευστότητας και μεσοπρόθεσμα από την ισχυρή δέσμευση των δανειστών της ευρωζώνης να παράσχουν πρόσθετη ελάφρυνση χρέους.
  3. Το ρίσκο μιας στάσης πληρωμών ή αναδιάρθρωσης του χρέους που βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών έχει μειωθεί σημαντικά.
    Ενώ η Ελλάδα βρισκόταν σε αντίστοιχο σημείο καμπής στα μέσα του 2014, ο οίκος θεωρεί ότι το ρίσκο ανατροπής ή εκτροχιασμού της δημοσιονομικής και οικονομικής προόδου που έχει επιτευχθεί είναι σημαντικά χαμηλότερο.

Αισιόδοξα τα μηνύματα από την οικονομία!

Οι επιδόσεις της Ελλάδας στο τρίτο πρόγραμμα έχουν υπερβεί τις προσδοκίες και είναι σημαντικά ισχυρότερες από τα προηγούμενα δυο προγράμματα προσαρμογής.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταφέρει να θέσει τα δημοσιονομικά σε πιο διατηρήσιμη οδό, με πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% και κοντά σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό τόσο το 2016 όσο και το 2017.

Δημοσιονομικά οφέλη με διάρκεια.

Σημαντικό μέρος της βελτίωσης οφείλεται σε δομικά μέτρα που θα παράσχουν δημοσιονομικά οφέλη με διάρκεια, όπως οι μεταρρυθμίσεις στο φόρο εισοδήματος και το ΦΠΑ, στο συνταξιοδοτικό και την υγειονομική περίθαλψη, την αναδιάρθρωση δημόσιων επιχειρήσεων και μέτρα ια τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών για μισθούς.

Σωρευτικά, η Κομισιόν εκτιμά ότι το όφελος από τα δομικά δημοσιονομικά μέτρα θα αντιστοιχεί περίπου στο 4,5% του ΑΕΠ ως τα τέλη του 2018.

Επιπροσθέτως, η κυβέρνηση έχει νομοθετήσει πακέτο δημοσιονομικών μέτρων με αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών που θα ενεργοποιηθεί εάν χρειαστεί για την επίτευξη των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022.

Οι ενέργειες αυτές στηρίζουν τη εκτίμηση ότι οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν ακόμη και αν η ανάπτυξη αποδειχθεί πιο ήπια από ότι εκτιμάται.

Μια τέτοια απόδοση λογικά θα μειώσει το χρέος κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ εντός της επόμενης διετίας, λίγο πάνω από το 174% του ΑΕΠ το 2019, από ανώτατο επίπεδο πάνω από το 181% το 2017.3

Έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά στους υπόλοιπους στόχους του προγράμματος.

Η θεσμική αδυναμία της χώρας στη δημόσια και τη φορολογική διοίκηση καθώς και στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, που συνέβαλαν στην κρίση, αντιμετωπίζονται.

Γεγονός που φαίνεται από την καθιέρωση ανεξάρτητων αρχών φορολογικών εσόδων και ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και από την αντικατάσταση πολιτικά διορισμένων ατόμων σε κορυφαία επίπεδα της δημόσιας διοίκησης.

Οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα – μεταξύ των οποίων και τα υπερβολικά υψηλά επίπεδα NPEs- αντιμετωπίζονται με πιο δυναμικό τρόπο από ότι την τελευταία οκταετία.

Οι νομικές και τεχνικές απαιτήσεις για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών υπάρχουν πλέον και οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί σε συγκεκριμένους στόχους μείωσης.

Η εξάρτηση του συστήματος από τον ELA μειώνεται το τελευταίο έτος και οι καταθέσεις επιστρέφουν σταδιακά. Οι τράπεζες κατάφεραν επίσης να εκδώσουν καλυμμένα ομόλογα, διαφοροποιώντας τη χρηματοδότησή τους.

Από τα 25 δισ. ευρώ στο πρόγραμμα για την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, έχουν χρειαστεί μόλις τα 5,4 δισ. ευρώ.

Περαταίρω, βελτιώνονται οι οικονομικές προοπτικές. Η οικονομία έχει περάσει σε ανάπτυξη, αν και ήπια. Ο οίκος παρατηρεί ότι ο ρυθμός ανάκαμψης είναι αντίστοιχος άλλων χωρών της ευρωπεριφέρειας που βγήκαν από τα προγράμματα.

Οι εξαγωγές αγαθών και τα έσοδα από τον τουρισμό αυξάνονται, αντανακλώντας την παγκόσμια ανάκαμψη.

Οι καταναλωτικές δαπάνες δεν είναι ακόμη τόσο ισχυρές αλλά αναμένεται να επωφεληθούν από την βελτίωση στην αγορά εργασίας, την έξοδο από το μνημόνιο και την συνεχιζόμενη σταθεροποίηση των τραπεζών.

Ενώ η Moodys δεν αναθεωρεί τις προβλέψεις της για άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% και 2,2% το 2018 και το 2019 αντίστοιχα, είναι πιο σίγουρη ότι θα επιβεβαιωθούν, δεδομένου ότι η έξοδος από το μνημόνιο θα ενισχύσει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη και θα στηρίξει τις εισροές κεφαλαίων.