Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, προκαλεί έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη μετά τις πρόσφατες δηλώσεις του για την αναγκαιότητα αύξησης των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ.
Σε ομιλία του στο Chatham House του Λονδίνου, ο Ρούτε δεν κράτησε καμία πολιτική ευγένεια δηλώνοντας ευθαρσώς πως «Αν δεν πάτε στο 5%, συμπεριλαμβανομένου του 3,5% των βασικών αμυντικών δαπανών, θα μπορούσατε ακόμα να έχετε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, ή σε άλλες χώρες, τα συστήματα υγείας τους, το συνταξιοδοτικό σύστημα κ.λπ., αλλά καλύτερα να μάθετε να μιλάτε ρωσικά. Δηλαδή, αυτή είναι η συνέπεια.»
Με αυτήν την πρόκληση, έθεσε ανοιχτά το ζήτημα της ασφάλειας ως απόλυτη προτεραιότητα, υπονοώντας ότι οι κοινωνικές δαπάνες θα πρέπει να μειωθούν για να καλυφθούν οι στρατιωτικές ανάγκες.
Ο στόχος που θέτει ο Ρούτε προβλέπει 3,5% του ΑΕΠ για βασικές αμυντικές δαπάνες και 1,5% του ΑΕΠ για υποδομές και βιομηχανία άμυνας, σύνολο 5% του ΑΕΠ. Αυτή η πρόταση θα συζητηθεί επίσημα στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη στις 24-26 Ιουνίου 2025 και αντιστοιχεί σε δαπάνες που υπερδιπλασιάζουν ή και τριπλασιάζουν τον υφιστάμενο στόχο του 2%.
Τι σημαίνουν οι “συστάσεις” του Ρούτε για την Ελλάδα;
Για την Ελλάδα, η υλοποίηση αυτής της στρατηγικής σημαίνει ότι οι αμυντικές δαπάνες, που το 2025 θα φτάσουν στο 2,3% του ΑΕΠ, θα πρέπει να υπερδιπλασιαστούν μέσα στα επόμενα 5 ή 7 χρόνια. Οι επιπλέον δαπάνες θα ανέλθουν σε τουλάχιστον 25 δισεκατομμύρια ευρώ, με μέσο όρο 5 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, δηλαδή 3 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα από το ήδη προβλεπόμενο εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Η πρόκληση για την Ελλάδα και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είναι η εξεύρεση των πόρων: αύξηση της φορολογίας, περικοπές σε υγεία και συντάξεις, αύξηση του δημόσιου δανεισμού ή κινητοποίηση των αποταμιεύσεων των ασφαλιστικών ταμείων. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων προτείνει ήδη την επένδυση των αποταμιεύσεων στην άμυνα, αλλά στην Ελλάδα οι ιδιωτικές καταθέσεις είναι αδύναμες, ενώ τα ασφαλιστικά ταμεία διαθέτουν 40 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το ΝΑΤΟ, με αυτές τις προτάσεις, μετασχηματίζεται από στρατιωτική συμμαχία σε δημοσιονομικό επόπτη της ΕΕ, καθορίζοντας τις προτεραιότητες των εθνικών προϋπολογισμών και απαιτώντας ριζικές αλλαγές στη διαχείριση των δημόσιων πόρων.